Οφέλη της ήπιας κατανάλωσης μπύρας
Η μπύρα δεν είναι απλά ένα αλκοολούχο ποτό. Στην πραγματικότητα είναι ένα σύνθετο ποτό, το οποίο παράγεται για πολλές χιλιάδες χρόνια. Η δημιουργία της μπύρας απαιτεί δημητριακά, λυκίσκο, βύνη και μία πολύ συγκεκριμένη διαδικασία ωρίμανσης.
Μέχρι σήμερα γνωρίζουμε ότι η υπέρμετρη κατανάλωση οποιουδήποτε αλκοολούχου ποτού επιβαρύνει την υγεία. Το ίδιο συμβαίνει και με την μπύρα. Πρωταρχικός στόχος όλων όσων ασχολούνται με την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας είναι η ενημέρωση του κοινού σε θέματα που αφορούν την επίδραση του αλκοόλ στο ανθρώπινο οργανισμό και την επιτρεπόμενη ποσότητα κατανάλωσης του κατά περίπτωση. |
Στον αντίποδα σύγχρονες μελέτες έρχονται να μας υποδείξουν ότι η ήπια κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και μπύρας μπορεί να προάγει την υγεία.
Σε επιδημιολογικές μελέτες παρατηρήθηκε αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στην ήπια κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και στην συχνότητα εμφάνισης εμφράγματος του μυοκαρδίου. Επίσης φαίνεται να μειώνει τον ρυθμό οξείδωσης της LDL, να μειώνει τον κίνδυνο θρόμβωσης, μειώνοντας την συσσώρευση αιμοπεταλίων και να δρα ευεργετικά στην μείωση της αρτηριακής πίεσης. Μετα-ανάλυση των μελετών αυτών έδειξε ότι αλκοολούχα ποτά ωρίμανσης όπως η μπύρα και το κρασί παρουσιάζουν εντονότερη προστατευτική δράση έναντι των υπολοίπων, γεγονός που αποδόθηκε στην ύπαρξη συγκεκριμένων μικροστοιχείων, των πολυφαινολών. Επιπλέον η μπύρα, χάρη στην υψηλή περιεκτικότητα σε φυλλικό οξύ και Β6, παρουσιάζει αγγειοπροστατευτική δράση, χάρη στην μείωση των επιπέδων ομοκυστεΐνης στο αίμα. Στην βελτίωση της αγγειακής λειτουργίας, κατέληξε και έρευνα που έγινε στο Λαϊκό νοσοκομείο από την 1η παθολογική κλινική της Ιατρικής Αθηνών και του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Μάλιστα, η βελτίωση ήταν συγκρίσιμη με τα αποτελέσματα της φαρμακευτικής αγωγής.
Ακόμα, η ήπια κατανάλωση μπύρας και αλκοολούχων ποτών φαίνεται να σχετίζεται και με την συχνότητα εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου ΙΙ και μεταβολικού συνδρόμου. Πιο συγκεκριμένα, τελευταίες μελέτες αποδεικνύουν ότι η ήπια κατανάλωση αλκοόλ μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης ΣΔ ΙΙ κατά 30%. Για την κατανάλωση μπύρας, ερευνητικά στοιχεία ορίζουν την βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη, γεγονός που αποδίδεται στην επίδραση της στα επίπεδα αντιπονεκτίνης, λεπτίνης και γκρελίνης. Σχετικά με την εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου, το κρασί και η μπύρα παρουσιάζουν αρνητική συσχέτιση, η οποία όμως είναι δοσοεξαρτώμενη. Έτσι η ήπια κατανάλωση μπύρας μειώνει αρχικά τον κίνδυνο εμφάνισης, αλλά όταν η κατανάλωση αυξάνεται, ο κίνδυνος για δημιουργία μεταβολικού συνδρόμου επανέρχεται στις αρχικές τιμές.
Σε επιδημιολογικές μελέτες παρατηρήθηκε αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στην ήπια κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και στην συχνότητα εμφάνισης εμφράγματος του μυοκαρδίου. Επίσης φαίνεται να μειώνει τον ρυθμό οξείδωσης της LDL, να μειώνει τον κίνδυνο θρόμβωσης, μειώνοντας την συσσώρευση αιμοπεταλίων και να δρα ευεργετικά στην μείωση της αρτηριακής πίεσης. Μετα-ανάλυση των μελετών αυτών έδειξε ότι αλκοολούχα ποτά ωρίμανσης όπως η μπύρα και το κρασί παρουσιάζουν εντονότερη προστατευτική δράση έναντι των υπολοίπων, γεγονός που αποδόθηκε στην ύπαρξη συγκεκριμένων μικροστοιχείων, των πολυφαινολών. Επιπλέον η μπύρα, χάρη στην υψηλή περιεκτικότητα σε φυλλικό οξύ και Β6, παρουσιάζει αγγειοπροστατευτική δράση, χάρη στην μείωση των επιπέδων ομοκυστεΐνης στο αίμα. Στην βελτίωση της αγγειακής λειτουργίας, κατέληξε και έρευνα που έγινε στο Λαϊκό νοσοκομείο από την 1η παθολογική κλινική της Ιατρικής Αθηνών και του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Μάλιστα, η βελτίωση ήταν συγκρίσιμη με τα αποτελέσματα της φαρμακευτικής αγωγής.
Ακόμα, η ήπια κατανάλωση μπύρας και αλκοολούχων ποτών φαίνεται να σχετίζεται και με την συχνότητα εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου ΙΙ και μεταβολικού συνδρόμου. Πιο συγκεκριμένα, τελευταίες μελέτες αποδεικνύουν ότι η ήπια κατανάλωση αλκοόλ μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης ΣΔ ΙΙ κατά 30%. Για την κατανάλωση μπύρας, ερευνητικά στοιχεία ορίζουν την βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη, γεγονός που αποδίδεται στην επίδραση της στα επίπεδα αντιπονεκτίνης, λεπτίνης και γκρελίνης. Σχετικά με την εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου, το κρασί και η μπύρα παρουσιάζουν αρνητική συσχέτιση, η οποία όμως είναι δοσοεξαρτώμενη. Έτσι η ήπια κατανάλωση μπύρας μειώνει αρχικά τον κίνδυνο εμφάνισης, αλλά όταν η κατανάλωση αυξάνεται, ο κίνδυνος για δημιουργία μεταβολικού συνδρόμου επανέρχεται στις αρχικές τιμές.
Ακόμα, σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα συσχετίζουν αρνητικά την ήπια κατανάλωση αλκοόλ με την εμφάνιση οστεοπόρωσης, αξιολογώντας την οστική πυκνότητα – τον κύριο δηλαδή δείκτη για την ανάπτυξη οστεοπόρωσης. Συγκεκριμένα για την μπύρα η δράση αυτή πολλαπλασιάζεται, αφού εκτός από την δράση του αλκοόλ στην μείωση του ρυθμού αποδόμησης των οστών, η αυξημένη περιεκτικότητα σε πυρίτιο παρουσιάζεται να συμβάλλει στην αύξηση της οστικής πυκνότητας. Το πυριτίο είναι ένα μικροστοιχείο που συναντάται στο κριθάρι. Μετά από την θερμική επεξεργασία του, το πυρίτιο καταφέρνει να περάσει από τον φλοιό των δημητριακών στο τελικό προϊόν σε διαλυτή μορφή, βιοδιαθέσιμη στον ανθρώπινο οργανισμό.
Τέλος πολλές είναι οι μελέτες που συνδέουν την ήπια κατανάλωση μπύρας με την μείωση του ρυθμού γνωστικής έκπτωσης με την πάροδο της ηλικίας, την καλύτερη αντιμετώπιση του άγχους, τον μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων μορφών καρκίνου και την καλύτερη ανοσοποιητική λειτουργία.
Με γνώμονα όλα τα παραπάνω, και γνωρίζοντας ότι η θερμιδική αξία της μπύρας είναι μόλις 45 θερμίδες ανά 100 ml, μπορούμε πια να την τοποθετήσουμε με σιγουριά σε ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο. Αρκεί φυσικά να αναφερόμαστε στην ήπια κατανάλωση της, η οποία ορίζεται στα 30 ml αλκοόλ ημερησίως δηλαδή έως 600 ml περίπου για τους άνδρες. Από την κατανάλωση της εξαιρούνται άτομα με εμφανή κίνδυνο εξάρτησης ή υπέρμετρης χρήσης, έγκυες γυναίκες, άτομα που πρόκειται να οδηγήσουν και χειριστές μηχανημάτων.
Τέλος πολλές είναι οι μελέτες που συνδέουν την ήπια κατανάλωση μπύρας με την μείωση του ρυθμού γνωστικής έκπτωσης με την πάροδο της ηλικίας, την καλύτερη αντιμετώπιση του άγχους, τον μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων μορφών καρκίνου και την καλύτερη ανοσοποιητική λειτουργία.
Με γνώμονα όλα τα παραπάνω, και γνωρίζοντας ότι η θερμιδική αξία της μπύρας είναι μόλις 45 θερμίδες ανά 100 ml, μπορούμε πια να την τοποθετήσουμε με σιγουριά σε ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο. Αρκεί φυσικά να αναφερόμαστε στην ήπια κατανάλωση της, η οποία ορίζεται στα 30 ml αλκοόλ ημερησίως δηλαδή έως 600 ml περίπου για τους άνδρες. Από την κατανάλωση της εξαιρούνται άτομα με εμφανή κίνδυνο εξάρτησης ή υπέρμετρης χρήσης, έγκυες γυναίκες, άτομα που πρόκειται να οδηγήσουν και χειριστές μηχανημάτων.